Ο Νέος Αναπτυξιακός Νόμος και προβληματισμοί για την αποτελεσματικότητα του στην Ανάπτυξη
Σε μια κρίσιμη συγκυρία για την πορεία των ελληνικών επενδύσεων παγίου κεφαλαίου και για την πορεία των Ξένων Άμεσων Επενδύσεων η Κυβέρνηση κατέθεσε νομοσχέδιο με το οποίο εισάγει ένα νέο αναπτυξιακό νόμο. Είναι χρήσιμο να υπενθυμίσουμε ότι ανάλογοι αναπτυξιακοί νόμοι για την επιδότηση των επενδύσεων αλλοδαπών και ημεδαπών ισχύουν στην Ελλάδα από το 1953 με τον νόμο ‘περί επενδύσεως και προστασίας κεφαλαίου εξωτερικού’.
θα περίμενε κανείς για ένα τόσο σοβαρό θέμα το οποίο σχετίζεται άμεσα με τους ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης να υπήρχε ένας σημαντικός προβληματισμός και δημόσιος διάλογος για την αποτελεσματικότητα των κινήτρων και τελικά για την αποτελεσματικότητα του αναπτυξιακού νόμου. Επίσης, θα έπρεπε να έχει το κοινοβούλιο στην διάθεση του μια στοιχειώδη αξιολόγηση. Πρέπει να σημειωθεί ότι ο βαθμός αποτελεσματικότητας του προηγούμενου αναπτυξιακού νόμου 2601/98 κυμάνθηκε σε χαμηλά επίπεδα κυρίως λόγω των δυσχερειών στην αντιμετώπιση θεμάτων ζωτικής σημασίας σχετικά με τη βιωσιμότητα των επενδυτικών σχεδίων, την έλλειψη συντονισμού και τις διαδικασίες αξιολόγησης και επιλογής επενδυτικών προγραμμάτων αλλά και προβλημάτων γραφειοκρατίας. Σε αυτό το πλαίσιο προέκυψε η μεγάλη διάσταση μεταξύ υπαγωγών σχεδίων και υλοποιήσεων.
Όπως ήδη αναφέρθηκε δεν υπάρχει μια μελέτη αξιολόγησης του προηγούμενου νόμου να δούμε κατά πόσο επέτυχε τους στόχους τόσο της περιφερειακής ανάπτυξης όσο και της υποβοήθησης των επενδύσεων. Αν λάβει κανείς τα δημοσιευθέντα στοιχεία από την Κυβέρνηση θα καταλάβει ότι υπάρχει παντελής έλλειψη μιας στοιχειώδους παρατήρησης και στατιστικής παρακολούθησης της πορείας των ιδιωτικών επενδύσεων του αναπτυξιακού νόμου στην Ελλάδα. Αν όμως κρίνουμε από την συνεχιζόμενη απόκλιση του περιφερειακού εισοδήματος σε περιοχές με ισχυρά κίνητρα όπως η περιφέρεια της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης και άλλων ακριτικών νομών όπως του Ν. Σερρών αλλά και το τεράστιο τεχνολογικό έλλειμμα της ελληνικής βιομηχανία τότε μπορούμε αβίαστα να ισχυρισθούμε ότι τα ποσοστά επιτυχίας του ήταν περιορισμένα. Αν επίσης συνεκτιμήσουμε τον περιορισμένο αριθμό νέων θέσεων εργασίας από τις νέες επενδύσεις τότε σίγουρα η επιτυχία των αναπτυξιακών κινήτρων μπορεί να αμφισβητηθεί χωρίς την παράθεση στατιστικών στοιχείων.
Γενικότερα θα μπορούσε να λεχθεί ότι το υφιστάμενο θεσμικό πλαίσιο απέτυχε διότι φαίνεται να αγνοεί δύο βασικά στοιχεία. Το πρώτο σχετίζεται με τις μικροοικονομικές δομές και λειτουργίας του νόμου. Με άλλα λόγια το επίπεδο του ανθρώπινου δυναμικού της δημόσιας διοίκησης και η γραφειοκρατία αποτελούν ουσιαστικό παράγοντα για την εύρυθμη λειτουργία του αναπτυξιακού νόμου. Αρκεί κανείς να απαριθμήσει τις περιπτώσεις κακοδιαχείρισης και ανεπαρκειών οι οποίες έχουν δει το φως της δημοσιότητας αλλά και δυσαρεσκειών από τον επιχειρηματικό κόσμο για να τεκμηριώσει την προηγούμενη πρόταση. Επιπρόσθετα, η σύνδεση της επιδότησης με τις δημιουργούμενες θέσεις εργασίας στερεί ουσιαστικά από τις επιχειρήσεις την δυνατότητα της τεχνολογικής αναβάθμισης.
Στην συνέχεια πρέπει να γίνει μια μεγάλη αναφορά στο σημαντικό έλλειμμα της επιχειρηματικότητας και της επενδυτικής αντίληψης της Κυβέρνησης αλλά και στο γενικότερο μακροοικονομικό περιβάλλον. Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να υστερεί στις μακροοικονομικές επιδόσεις. Η φθινοπωρινή έκθεση της ευρωπαϊκής επιτροπής έρχεται απλά να επιβεβαιώσει αυτά τα οποία όλοι γνωρίζουμε. Αναμφισβήτητα η μόνιμη απόκλιση του πληθωρισμού, το δημοσιονομικό έλλειμμα, η συνεχώς μειούμενη ανταγωνιστικότητα αλλά και η αστάθεια του φορολογικού περιβάλλοντος αποτελούν ορισμένα μόνο από τα προβλήματα των επενδυτών.
Τα παραπάνω προβλήματα δεν αντιμετωπίζονται από το νέο πλαίσιο και το νέο αναπτυξιακό νόμο που κατατέθηκε στην Βουλή. Το νέο σχέδιο νόμου του Υπ. Οικονομίας συμπληρώνει και σε ορισμένα σημεία τροποποιεί τον υφιστάμενο αναπτυξιακό Ν. 2601/98. Ωστόσο δεν βελτιώνει σημαντικές ρυθμίσεις αφήνοντας ανέπαφο το κύριο κανονιστικό πλαίσιο το οποίο αποτέλεσε τον ανασταλτικό παράγοντα για την υπαγωγή και εκτέλεση των επενδύσεων στα πλαίσια του αναπτυξιακού νόμου.
Τέλος, μεγαλύτερη έμφαση πρέπει να δοθεί στις επενδύσεις στις οποίες αφορούν έρευνα και τεχνολογική ανάπτυξη. Λαμβάνοντας υπόψη το τεχνολογικό έλλειμμα που παρουσιάζει η ελληνική βιομηχανία αλλά και την βραδυπορία των υπόλοιπων δραστηριοτήτων των άρθρων 23° και 23 β αλλά και των προγραμμάτων του Υπουργείου Ανάπτυξης θα έπρεπε το νομοσχέδιο να δίνει μεγαλύτερη έμφαση στην εισαγωγή της τεχνολογίας.
Βασική προϋπόθεση επιτυχίας της αναπτυξιακής πολιτικής είναι η συμμετοχή των κοινωνικών και επαγγελματικών εταίρων στην διαμόρφωση του κανονιστικού πλαισίου έτσι ώστε η τελική μορφή του νόμου να αποτελεί μια κοινή συνισταμένη των παραγωγικών δυνάμενων. Όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν να έχουν αποφευχθεί αν Κυβέρνηση έκανε έναν πραγματικό διάλογο και όχι προσχηματικές συζητήσεις με τους ανάλογους φορείς. Με το προς συζήτηση αναπτυξιακό νομοσχέδιο επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά την προχειρότητα που αντιμετωπίζει το σοβαρό θέμα της επενδυτικής πολιτικής και τελικά το θέμα της ανάπτυξης.